«Διαταγή 30 ως στοιχείο Αναθεώρησης: Αλλαγές & Αποτελέσματα»
Με ιδαίτερη χαρά συμμετέχω στην σημερινή εκδήλωση που γίνεται εξαιτίας της κυκλοφορίας του βιβλίου της αγαπητής συναδέλφου Δέσποινας Χατζηδημήτρη-Καρά, «Εισαγωγή στην Κυπριακή Πολιτική Δικονομία».
Το σύγγραμμα – εγχειρίδιο της συναδέλφου πραγματεύεται με συστηματικό, συνοπτικό αλλά και επιστημονικό τρόπο, τις βασικές αρχές, ορισμούς και τη διαδικασία όπως εφαρμόζεται σήμερα στα πλαίσια της αστικής δίκης. Μπορεί να κρίνεται ως εισαγωγικό έργο, επειδή δεν καλύπτει πλήρως την ύλη του Κλάδου της Κυπριακής Πολιτικής Δικονομίας δεν παύει όμως να είναι σημαντική και ευκρινής προσπάθεια άξια επαίνου καθότι το γράμμα, η δομή και το ύφος του βιβλίου αποτελεί σημαντικό και εύχρηστο βοήθημα ιδιαίτερα για φοιτητές νομικής Κυπριακού Δικαίου αλλά και για ασκούμενους Δικηγόρους που αντιμετωπίζουν τις δικαστικές διαδικασίες αλλά και τους κανόνες διεξαγωγής της αστικής διαδικασίας από την καταχώριση της απαίτησης μέχρι της περατώσεως της δίκης ρεαλιστικά και όχι ακαδημαικά.
Καθίσταται πιο προφανής η σημαντικότητα του βοηθήματος αυτού, αν κάποιος αναλογιστεί, ότι στα 60 χρόνια της Κυπριακής Δημοκρατίας έχουν συγγραφεί μόλις 3 βιβλία,εγχειρίδια, σημειώσεις για την Κυπριακή Πολιτική Δικονομία.
Πιστεύω ότι το βιβλίο έχει εξυπηρετήσει τους στόχους της συγγραφέως και θα αποβεί πολύτιμο βοήθημα για όλους τους Δικηγόρους. Είμαι σίγουρος ότι η συγγραφέας θα συνεχίσει και πρέπει να συνεχίσει μόνη της ή συλλογικά με άλλους συναδέλφους, με πιο έντονο ρυθμό το συγγραφικό της έργο και την συνδρομή της ενόψει δε και των εκτεταμένων αναθεωρήσεων των Θεσμών, προς όφελος του δικηγορικού συνόλου.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Εξαιτίας της σημερινής εκδήλωσης και του γεγονότος ότι αυτή έχει στο επίκεντρο της την Κυπριακή Πολιτική Δικονομία και την ανάγκη αναθεώρησης, κρίθηκε χρήσιμη η ενασχόληση από τους εισηγητές με την ίσως πιο σημαντική και πρόσφατη μεταρρύθμιση ή «μεγάλη τομή»[2] όπως έχει χαρακτηριστεί που έχουν υποστεί οι Θεσμοί, με την νέα Διαταγή 30. Η αδυναμία εκτεταμένης αναθεώρησης των Θεσμών, παρά τις μελέτες που έχουν καταρτιστεί από πρώην Δικαστές, κατέδειξε ότι έχουν προκύψει κατά περιόδους κενά, ασάφειες και θέματα τα οποία δεν ήταν της καθημερινότητας και επιλύονταν μέσα από την νομολογία. Το Ανώτατο Δικαστήριο προχώρησε στην αναθεώρηση της Διαταγής 30, η οποία έχει υποστεί μέχρι σήμερα 6 τροποποιήσεις[3] για να καταλήξει στην σημερινή της μορφή. Χαρακτηρίστηκε ως η πιο σημαντική μεταρρύθμιση της Δικονομίας καθότι εξαίτιας της αναθεώρησεων που υπέστη ιδιαίτερα μετά το 2015 προκάλεσε δικαιολογημένα έντονη συζήτηση, ποικίλες αντιδράσεις αλλά «επέβαλε» στο Ανώτατο Δικαστήριο την ανάγκη έκδωσης οδηγίας για να υπάρχει καθοδήγηση και ενιαία αντιμετώπιση ως προς την εφαρμογή χωρίς να αναμένεται η λύση να δίνεται μόνο μέσα από την Νομολογία και διαχρονικά[4].
Η συγγραφέας στο βιβλίο της[5] , στο Πέμπτο κεφάλαιο, αναπτύσσει το θέμα και σημειώνει τη θέση της: «Καθίσταται σαφές, πως το Ανώτατο Δικαστήριο με την τροποποίηση της Διαταγής 30, αποσκοπούσε στο να καταστήσει τις διαδικαστικές διαδικασίες αστικών διαφορών απλούστερες,ταχύτερες, οικονομικότερες και αποτελεσματικότερες. Στην πράξη όμως, η εκ διαμέτρου αντίθετες, τόσο στο γράμμα όσο και στο πνεύμα, διατάξεις της νέας με την παλαιά Διαταγή 30, η παντελής απουσία προετοιμασίας των δικηγόρων ως προς τον τρόπο εφαρμογής της νέας διαταγής αλλά και η άκαμπτη και αυστηρή προσήλωση των πρωτόδικων Δικαστών στην πιστή εφαρμογή της νέας Διαταγής 30, οδήγησε στην απόρριψη αρκετών υποθέσεων και την δημιουργία περιττών εξόδων.»
Διαχείριση Υποθέσεων & Νέα Φιλοσοφία
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ασκώντας τις εξουσίες του όπως αυτές προβλέπονται στο άρθρο 163 του Κυπριακού Συντάγματος αλλά και στο άρθρο 17 του Περί Απονομής της Δικαιοσύνης Ν.33/64, εξέδωσε στις 26/09/14 διαδικαστικό κανονισμό με τον οποίο αντικαταστάθηκαν οι Διαταγές 25 & 30 των Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών. Οι εν λόγω διαταγές ρυθμίζουν, αντίστοιχα, την τροποποίηση δικογράφων και την κλήση για οδηγίες. Οι τροποποιήσεις θα εφαρμόζονταν από 01/01/15, όχι όμως για όλες τις αγωγές. Οι αγωγές που έχουν καταχωρηθεί ή θα καταχωρηθούν πριν από αυτή την ημερομηνία θα συνεχίσουν να εκδικάζονται βάσει των προηγούμενων δικονομικών διατάξεων. Δηλαδή η πλήρης αντικατάσταση των προηγούμενων διατάξεων θα γίνει όταν ολοκληρωθεί και η τελευταία πολιτική διαδικασία που ήδη άρχισε ή θα αρχίσει μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους.
Επειδή από την προηγούμενη τροποποίηση παρατηρήθηκαν κάποια ζητήματα στην εφαρμογή των διαδικαστικών Κανονισμών ιδιαίτερα της Διαταγής 30, το Ανώτατο Δικαστήριο την 28.7.2017 δημοσίευσε τις νέες σχετικές τροποποιήσεις της Δ30.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, κατά κοινή ομολογία αποποιράθηκε να προβεί σε μια μεγάλη τομή, να αλλάξει δηλαδή τους απαρχαιωμένους διαδικαστικούς κανόνες που ισχύουν από το 1883 και να τους εκσυγχρονίσει κατά βάση στο πλαίσιο των νέων αγγλικών θεσμών μετά τον εκσυγχρονισμό τους από τον Λόρδο Woolf. Με αυτό το σκεπτικό έγινε μια τομή ώστε να επιταχυνθεί η δικαιοσύνη στοχεύοντας σε ένα αποτέλεσμα της γρήγορης εκδίκασης μιας υπόθεσης κατά τρόπο ώστε όλα τα προδικαστικά θέματα να επιλύονται πριν την ακρόαση χωρίς όμως η ταχεία απονομή της δικαιοσύνης να αποδίδεται εις βάρος της απονομής της δικαιοσύνης[6].
Ταυτόχρονα επιδιώχθηκε η δικονομική πειθαρχία, η δικηγορική εγρήγορση, η επιμέλεια και επαγγελματισμός με τρόπο που να επιτυγχάνεται ο βασικός στόχος της ταχείας απονομής της δικαιοσύνης. Την ίδια στιγμή στοχεύτηκε όπως η διαχείριση των υποθέσεων να γίνεται από το Δικαστήριο με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα αδιακρίτως της κλίμακας απαιτώντας από τους Δικαστές καλή προετοιμασία , ενδελεχή μελέτη της υπόθεσης, πρακτική και ενιαία εφαρμογή των αλλαγών χωρίς αυθαιρεσίες και πρόσθετες εξουσίες.
Διαμόρφωση του κειμένου της Διαταγής
Η Διαταγή 30 ρυθμίζει τη διαδικασία της Κλήσης για Οδηγίες η οποία γίνεται υποχρεωτικά εντός 90 ημερών[7] από τον χρόνο κατά τον οποίο τα δικόγραφα θεωρούνται συμπληρωμένα. Σύμφωνα με τις οδηγίες πρακτικής που έχουν εκδοθεί για πρώτη φορά τα δικόγραφα θεωρούνται συμπληρωμένα όταν συμπληρωθούν για όλους τους Εναγομένους[8].
Η κλήση για οδηγίες γίνεται σύμφωνα με τον καθορισμένο Τύπο 25 ο οποίος συμπληρώνεται με τις αναγκαίες λεπτομέρειες ενώ μόλις ο Εναγόμενος λάβει την κλήση καταχωρεί τον δικό του Τύπο 25 με το Παράρτημα συμπληρωμένο[9].
Ενάγοντας που παραλείπει να εκδώσει την κλήση για οδηγίες παρέχει την δυνατότητα στον Εναγόμενο, εντός 15 ημερών, να αιτηθεί την απόρριψη της Αγωγής και το ίδιο το Δικαστήριο δύναται να την απορρίψει την αγωγή ως εγκαταληφθείσα ή να θεωρήσει την αίτηση ως κλήση για οδηγίες. Αν οι προθεσμίες παρέλθουν τότε η υπόθεση παραπέμπεται στο Δικαστήριο προς απόρριψη[10].
Εναγόμενος που παραλείπει να καταχωρήσει το Παράρτημα δεν μπορεί να προωθήσει προφορικά οποιοδήποτε αίτημα του και θεωρείται ότι δεν επιθυμεί την έκδοση τέτοιων οδηγιών[11].
Κατά την εμφάνιση για πρώτη φορά ενώπιον του Δικαστηρίου της κλήσης για οδηγίες το Δικαστήριο εκδίδει τα διατάγματα που καλύπτονται από το Παράρτημα του Τύπου 25[12].
Το Δικαστήριο ακολούθως ορίζει την υπόθεση για έκδοση οδηγιών ως προς την μαρτυρία που θα προσαχθεί από κάθε διάδικο και οι διάδικοι είναι υποχρεωμένοι να υποβάλουν ονομαστικό κατάλογο μαρτύρων στη σύνοψη των κυρίων σημείων της μαρτυρίας τους[13].
Η εκδίκαση αγωγών που το αντικείμενο είναι αξίας κάτω των €3000 γίνεται μόνο με ανταλλαγή της μαρτυρίας εγγράφως και δεν γίνεται ακροαματική διαδικασία με κατάθεση μαρτύρων ενώπιον του Δικαστηρίου. Ασφαλώς το Δικαστήριο κατ’ εξαίρεση μπορεί να διατάξει όπως παρουσιαστεί προφορική μαρτυρία από μάρτυρα που ήδη κατέθεσε εγγράφως την μαρτυρία του ή αυτεπαγγέλτως κατόπιν σχετικού διατάγματος από τους Διαδίκους[14]. Περαιτέρω με την νέα Διαταγή 30 όλες οι υποθέσεις χρηματικής διαφοράς των οποίων δεν υπερβαίνει τις €3000 θεωρούνται ως «Ταχείας Εκδίκασης» και η εκδίκαση τους γίνεται στο πλαίσιο γραπτών μαρτυριών όπως κατατέθηκαν[15].
Οι λοιπές υποθέσεις που δεν εμπίπτουν στην κατηγορία της «Ταχείας Εκδίκασης» περιλαμβάνονται στον κατάλογο «Ακροαματικής Εκδίκασης» και το Δικαστήριο εκδικάζει αυτές στη βάση των χρονικών πλαισίων που ορίζει[16].
Σε αγωγές δε που δεν καθορίζονται χρηματικό ποσό αξίωσης τυγχάνουν εφαρμογής οι κανόνες για την ταχεία εκδίκαση υποθέσεων[17].
Γενικότερα το Δικαστήριο έχει τη δυνατότητα σε κάθε περίπτωση να εκδώσει οποιεσδήποτε πρόσθετες οδηγίες με γνώμονα (α) την εκδίκαση της υπόθεσης το ταχύτερο δυνατό, (β) τη διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης των διαδίκων (γ) τη διάσωση ή το μετριασμό των εξόδων και (δ) τη διαχείριση της υπόθεσης.
Η νέα Διαταγή 30, εξαιρείται από τα ειδικά Δικαστήρια όπου δεν υπάρχει υποχρέωση αναγραφής της κλίμακας ή ποσού της επίδικης διαφοράς και σε αυτές τις περιπτώσεις το Δικαστήριο δύναται να χειριστεί την υπόθεση κατά τρόπο που θα εξυπηρετηθεί η ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης.
Στο Οικογενειακό Δικαστήριο, στις υποθέσεις διαζυγίου δεν είναι αναγκαία η κλήση για οδηγίες και το Δικαστήριο ορίζει την υπόθεση για ακρόαση, ενώ στις υποθέσεις γονικής μέριμνας, δικαστικής αναγνώρισης τέκνου, προσβολή πατρότητας και προσβολή εκούσιας αναγνώρισης εκδικάζονται ως υποθέσεις «Ακροαματικής Εκδίκασης» εκτός εάν οι διάδικοι με την αποδοχή του Δικαστηρίου αποφασίσουν αντίθετα.
Περιπτωσιολογία
(Ι)Δικαστήρια Ειδικής Δικαιοδοσίας
(α) Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών
Το ΔΕΔ στα πλαίσια της εκδίκασης της υπόθεσης 366/2015 μεταξύ της XXX FOICIUC V ΧΧΧ εμπορεύεται υπό την εμπορική επωνυμία G. PH. SECURITY & CONTROLS[18] αποφάσισε, κατ’ επίκληση των Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 1999 και ειδικότερα τους Κανονισμούς 17 και 8, ότι επειδή η Δ.30 δεν έχει να προσθέσει τίποτα περισσότερο από όσα αναφέρονται στον Κ.17 το Δικαστήριο υποχρεωτικά θα ακολουθήσει το κανονιστικό πλαίσιο που προδιαγράφουν οι δικοί του Κανονισμοί.
Συγκεκριμένα τόνισε δε ότι:
«Πρόκειται για δικονομικούς κανονισμούς που ρυθμίζουν κατά κανόνα τη διαδι-κασία ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου και που είναι κατ’ εξοχήν προσαρμοσμένοι στο εξεταστικό σύστημα της δίκης, σε αντίθεση με το στοιχείο της αντιπαράθεσης που αποτελεί άξονα της διαδικασίας στην πολιτική δίκη και που δεν είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου. Οι ειδικές αυτές ρυθμίσεις συντείνουν ουσιαστικά στη συνοπτική φύση της διαδικα-σίας που σκοπό έχει την ταχεία και αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης. Αποκλείει δε οποιαδήποτε διαδικασία ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου που κατά κανόνα διέπεται από τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας.»[19]
Εκ τότε το ΔΕΔ εφαρμόζει την ισχύουσα νομολογία του παρά το γεγονός ότι η Δ.30 Θ.10(5) έχει επιτρέψει στα Δικαστήρια Ειδικών Δικαιοδοσιών να χειρίζονται τις ενώπιον τους διαδικασίες ανεξάρτητα των διατάξεων της Δ.30.
(β) Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων
Το ΔΕΕ με απόφαση του στην Αίτηση Αρ. Ε141/2015 ΧΧΧ Κουρουκλίδης V PMA Audit Solutions Ltd[20], το Δικαστήριο αποφάσισε ότι η παράλειψη των Αιτητών να επιδώσουν την ειδοποίηση που προνοεί η Δ.30 θ.1 (γ), δεν απαλλάσσει κανένα διάδικο από το καθήκον του να ενεργήσει εντός της καθορισμένης προθεσμίας. Τόνισε δε το Δικαστήριο πως «Το καθήκον βρίσκεται πάντοτε στους ώμους του Ενάγοντα και η “αμέλεια” του Εναγόμενου δεν μπορεί να λειτουργήσει υπέρ του Ενάγοντα και σε βάρος της δικονομικής πειθαρχίας.»[21].
Το ίδιο Δικαστήριο στο πλαίσιο νεότερης απόφασης του XXXX Κτενά V Χριστοδούλου, Αρ. Αίτησης Κ4/2017[22], αποφάσισε ότι Οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας εφαρμόζονται σε υποθέσεις ενώπιον του Δικαστηρίου Ε.Ε. δυνάμει του Κανονισμού 12(α) των περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικών Κανονισμών 1983 και ως εκ τούτου όταν προκύπτει περίπτωση μη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε από τις πρόνοιες που επιβάλλουν υποχρέωση καταχώρισης εντός καθορισμένου χρόνου Κλήσης για Οδηγίες θα θεωρείται η εναρκτήρια διαδικασία ως εγκαταληφθείσα και θα απορρίπτεται από το αρμόδιο Δικαστήριο.
(γ) Οικογενειακό Δικαστήριο
Στο Οικογενειακό Δικαστήριο, ως προκύπτει από το ίδιο το γράμμα της Δ30, εφαρμόζονται οι συγκεκριμένοι κανόνες. Συγκεκριμένα στις υποθέσεις διαζυγίου δεν είναι αναγκαία η κλήση για οδηγίες και το Δικαστήριο ορίζει την υπόθεση για ακρόαση, ενώ στις υποθέσεις γονικής μέριμνας, δικαστικής αναγνώρισης τέκνου, προσβολή πατρότητας και προσβολή εκούσιας αναγνώρισης εκδικάζονται ως υποθέσεις «Ακροαματικής Εκδίκασης» εκτός εάν οι διάδικοι με την αποδοχή του Δικαστηρίου αποφασίσουν αντίθετα.
(ΙΙ) Επαρχιακά Δικαστήρια / Έλεγχος Ανωτάτου Δικαστηρίου
Στην πολιτική Αίτηση 27/2017 (αίτηση για χορήγηση άδειας certiorari) το Ανώτατο Δικαστήριο εξέτασε απόφαση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου με βάση την οποία εκδόθηκε διάταγμα καταχώρισης έγγραφης μαρτυρίας από πλευράς της Αιτήτριας στην απουσία συμφωνίας αμφότερων των διαδίκων ως προνοείται από τη Δ.30 Θ.5(4)[23]. Στην απόφαση του το Ανώτατο απέρριψε την αίτηση, στη βάση ότι παρείχετο η ευχέρεια λήψης άλλων ένδικων μέσων, εντούτοις όμως διαπίστωσε ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα προχώρησε στην έκδοση τέτοιου διατάγματος χωρίς την συμφωνία των μερών.
Στο πλαίσιο ανάλογης διαδικασίας στην αίτηση 76/17[24] και αντίστοιχης απόρριψης, το Δικαστήριο διαπίστωσε πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο λειτούργησε καθ’ υπέρβαση εξουσίας της Δ.30 θ.1(α) απορρίπτοντας αγωγή θεωρώντας ότι η Κλήση για οδηγίες, που καταχωρήθηκε εντός του χρονικού πλαισίου που ορίζεται από τους Θεσμούς από τη καταχώριση απάντησης η οποία καταχωρήθηκε εκπρόθεσμα μεν αλλά με την συναίνεση της αντίδικης πλευράς.
Στην Π.Έφεση 185/2017[25] το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας σχετική έφεση και επικαλούμενο την Οδηγία Πρακτικής που εκδόθηκε σε σχέση με τη Δ.30 Θ.1(α) και ειδικότερα για το κλείσιμο των Δικογράφων, αποφάσισε ότι στις περιπτώσεις που υπάρχει πρόθεση προσεπίκλησης τριτοδιαδίκου, ο Ενάγοντας δεν θα πρέπει να αναμένει την ολοκλήρωση της διαδικασίας τριτοδιαδίκου όπως εξ’ άλλου διευκρινήστηκε στην Οδηγία πρακτικής αλλά θα πρέπει να εκδώσει κλήση για οδηγίες και κατά την πρώτη εμφάνιση για οδηγίες εάν διαφανεί ότι εκκρεμούν άλλες διαδικασίες για τις οποίες ενδείκνυται ανταλλαγή δικογράφων το Δικαστήριο διατηρεί την ευχέρεια να αναβάλει την υπόθεση μέχρι τη συμπλήρωση όλης της διαδικασίας.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της εξουσίας του για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων, στην Πολιτική Αίτηση 45/2018[26], παρά το γεγονός ότι απέρριψε σχετική αίτηση λόγω του εφέσιμου της υπόθεσης, αποφάσισε ότι ορθά το Πρωτόδικο Δικαστήριο παράτεινε τον χρόνο καταχώρισης της κλήσης για οδηγίες δυνάμει της Δ.30 Θ.2(β) σε συνάρτηση με τη Δ.64 θεωρώντας ότι η καταχώριση αίτησης διαγραφής ισχυρισμών της έκθεσης απαίτησης και συνακόλουθα η εκδίκαση πρώτα του δικονομικού διαβήματος συνιστά ικανοποιητικό λόγο για την μεταγενέστερη καταχώριση της κλήσης για οδηγίες.
Επίσης στο πλαίσιο της Πολιτικής Αϊτησης 196/2019[27] το Δικαστήριο έκρινε πως ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή επειδή είχαν παρέλθει οι προβλεπόμενες προθεσμίες και εφόσον προηγουμένως δικαιολογημένα είχε απορρίψει αίτημα για παράταση των προθεσμιών δυνάμει της Δ.30 θ.2(β).
Τέλος το Ανώτατο Δικαστήριο στην Π. Έφεση 99/2019[28] αποφάσισε ότι οι οδηγίες του Δικαστηρίου για την κατάθεση μαρτυρίας των διαδίκων γραπτώς είναι οδηγίες που δίδονται από το Δικαστήριο στο πλαίσιο της ενάσκησης της διακριτικής ευχέρειας του δυνάμει της Δ.30 Θ.5 και Δ.30 Θ.9 η οποία κατά την διαπίστωση του Δικαστηρίου ασκήθηκε εντός των επιτρεπτών πλαισίων.
Είναι λοιπόν προφανές ότι η νέα τροποποίηση της Δ.30 έχει διαφοροποιήσει την άκαμπτη προσήλωση στις προθεσμίες που επέβληθηκαν και πως τέτοια αυστηρότητα στις προθεσμίες έχει καμφθεί[29].
Στόχοι & Αποτελέσματα
Καθίσταται προφανές ότι η τροποποίηση της Δ.30 στόχευε και σκοπούσε κυρίως την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης η οποία κρίθηκε εμπειρικώς ότι καθυστερούσε ιδιαίτερα στο στάδιο αυτό της όλης διαδικασίας της Κλήσης για Οδηγίες[30]. Έγινε δηλαδή προσπάθεια μέσω αυτής της τομής να εκδικάζονται γρήγορα οι υποθέσεις με τρόπο ώστε όλα τα προδικαστικά θέματα να επιλύονται πριν την ακρόαση.
Προς υλοποίηση του αντικειμενικού στόχου της ταχύτητας και της αποτελεσματικότητας μεταφέρθηκε η διαχείριση των Υποθέσεων στο ίδιο το Δικαστήριο για να συντονίσει και να προετοιμάσει τη διαδικασία οδηγώντας τις υποθέσεις στη δίκη.
Έχει επιτευχθεί ο στόχος αυτός και έχει επιταχυνθεί η απονομή της διαδικασίας είναι ένα ερώτημα που όταν υποβάλλεται προκαλεί ποικίλες απαντήσεις; Θα προσπαθήσω να καταγράψω κάποιους από τους προβληματισμούς που προκύπτουν κατά την γνώμη μου.
(α) Έλλειψη μετρήσεων και Ποιοτικών στοιχείων που να οδηγούν σε αντικειμενικά αποτελέσματα -Αδιαφάνεια
Στην προσπάθεια εντοπισμού στοιχείων που να οδηγούν σε κάποια συμπεράσματα κάποιος διαπιστώνει ότι δεν υπάρχει μέθοδος με την οποία να δημιουργεί πρόσβαση σε πληροφορίες ή δεδομένα σχετικά τη Δ.30 ή εν γένει με το δικαστικό σύστημα με αποτέλεσμα να μην υπάρχει η δυνατότητα αξιολόγησης των οποιονδήποτε μέτρων λαμβάνονται συμπεριλαμβανομένης της Δ.30 αλλά και των αποτελεσμάτων που προκύπτουν για να μπορεί να υπάρχει η δυνατότητα ποιοτικής ή και ποσοστικής στάθμισης τους.
(β) Δεν έχει επιταχυνθεί η απονομή της Δικαιοσύνης
Από τα δεδομένα που υπάρχουν διαθέσιμα, δηλαδή από συγκεντρωτικούς πίνακες αλλά και από τους πίνακες εργασίας, ως επίσης και από τα όσα διαπιστώνονται εμπειρικά προκύπτει πως η Δ. 30 δεν έχει επιτύχει τον επιδιωκόμενο στόχο της που δεν ήταν άλλος από την επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης.
Είναι προφανές ότι οι χρόνοι εκδίκασης των υποθέσεων και της έκδοσης των αποφάσεων δεν έχουν μειωθεί με αποτέλεσμα να εξακολουθούν να παρατηρούνται σημαντικές καθυστερήσεις και να αναλώνεται μεγάλος δικαστικός χρόνος σε σειρά διαδικασιών.
(γ) Άκαμπτη και αυστηρή προσήλωση στην εφαρμογή της Διαταγής
Η ισχύς και η εφαρμογή της Δ.30 όπως παρουσιάζεται στο πλαίσιο των αποφάσεων παρουσίασε μια ιδιαίτερα αυστηρή και άκαμπτη προσήλωση των Δικαστηρίων στην εφαρμογή της νέας διαταγής με αποτέλεσμα αρκετές υποθέσεις να απορριφθούν και να δημιουργηθούν επαυξημένα έξοδα. Η νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου και η επισήμανση του[31] ότι η πλήρης αυστηρότητα στις προθεσμίες πρέπει να καμφθεί διαφοροποίησε την αρχικά άκαμπτη αντιμετώπιση των Δικαστηρίων.
(δ) Διαφορετικές Πρακτικές
Η εφαρμογή της Δ.30 επιδίωκε μεταξύ άλλων την εφαρμογή ενιαίων πρακτικών απο πλευράς Δικαστηρίων. Εντούτοις στην πράξη δεν διαφαίνεται τα Δικαστήρια να εφαρμόζουν ενιαίες πρακτικές με αποτέλεσμα αριθμός δικαστών και δικηγόρων να ακολουθούν μέχρι σήμερα διαφορετικές, και εννοείται αντιφατικές πρακτικές.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, το δικαστήριο ορίζει την υπόθεση σε διαδοχικές ημερομηνίες για οδηγίες, με σκοπό να εξεταστεί το ενδεχόμενο συμβιβασμού ή να υποβληθούν γραπτές αιτήσεις για τα ενδιάμεσα ζητήματα. Ορισμένες φορές το δικαστήριο ενθαρρύνει τους διάδικους να καταλήξουν σε διευθέτηση της διαφοράς. Σε άλλες περιπτώσεις, το δικαστήριο εισηγείται την έκδοση διατάγματος εκατέρωθεν αποκάλυψης. Κάποιες φορές, πράγματι το δικαστήριο καταβάλλει προσπάθειες αξιοποίησης της κλήσης για οδηγίες, όμως οι προσπάθειες του εξαρτώνται από την καλή συνεργασία των διαδίκων, που δεν είναι πάντοτε δεδομένη.
(ε) Δικηγορική Εγρήγορση και Επιμέλεια
Η Δ. 30 ουσιαστικά επέβαλλε σε όλους τους Δικηγόρους εγρήγορση σε σχέση με τους χρόνους συμμόρφωσης αλλά και επιμέλεια σε σχέση με την συλλογή των στοιχείων, των μαρτύρων αλλα και σε σχέση με την απαιτούμενη διαχείριση των υποθέσεων. Έχουν γίνει κάποια βήματα προς την κατεύθυνση αυτή αλλά οι διαφορετικότητα των νοοτροπιών δεν οδηγεί με ασφάλεια σε σημαντικά αποτελέσματα.
(στ) Σύντμιση των Διαδικασιών
Η εφαρμογή της Δ.30 έχει ουσιαστικά σε σημαντικό μέρος οδηγήσει σε σύντμηση του χρόνου των διαδικασιών. Από την άλλη όμως η διεκπαιρέωση της Δ.30 και των διαβημάτων που απαιτούνται και ο ορισμός των υποθέσεων για ακρόαση δεν εξυπακούει και εκδίκαση των υποθέσεων. Ο όγκος των καθυστερημένων υποθέσεων και η καθυστέρηση στην εκδίκαση τους δεν έχει υποβοηθήσει στην ταχεία απονομή της δικαιοσύνης. Το γεγονός ότι επιφυλάσσονται αποφάσεις ταχείας εκδίκασης χωρίς όμως να εκδίδονται αποφάσεις αναλογικά καταδεικνύει ότι η επιτυχία της εφαρμογής της Δ.30 εξαρτάται και από άλλους παράγοντες.
Εισηγήσεις για το Μέλλον
Όλα αυτά, μαζί με άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος αλλά και τα Δικαστήρια μας, όπως ενδεικτικά η προστασία της ύλης, η απουσία υποδομών και τεχνολογίας, η έλλειψη προσωπικού έχουν καταστήσει το δικαικό μας σύστημα ιδιαίτερα χρονοβόρο και μη αποτελεσματικό.
Είναι ξεκάθαρο ότι απαιτούνται πιο σημαντικές τομές για να μπορέσουν τα Δικαστήρια να βελτιωθούν. Δεν υπάρχουν εύκολες ή μαγικές λύσεις ή απαντήσεις στα προβλήματα. Αλλά υπάρχουν επιλογές που σίγουρα θα βοηθήσουν την λειτουργία και τη διαδικασία των Δικαστηρίων.
Ενδεικτικά να σημειώσω κάποιες:
- Υποχρεωτική εφαρμογή Εναλλακτικών Μορφών Επίλυσης Διαφορών και συγκεκριμένα της Διαμεσολάβησης. Έχει προταθεί και στις εκθέσεις όλων των ξένων εμπειρογνωμόνων ως λύση στα προβλήματα της καθυστέρησης, έχει ψηφιστεί ο Νόμος 159(Ι)/2012 Περί Ορισμένων Θεμάτων Διαμεσολάβησης σε Αστικές Διαφορές, έχει προσφάτως ψηφιστεί ο Νόμος 62(Ι)/2019 Περί Διαμεσολάβησης σε Οικογενειακές Διαφορές αλλά είτε η έλλειψη εμπιστοσύνης στον θεσμό ή άγνοια των αποτελεσμάτων της εφαρμογής του θεσμού στο εξωτερικό δεν δημιουργούν τις κατάλληλες προυποθέσεις αποφόρτισης του όγκου και συνακόλουθα των καθυστερήσεων που παρατηρούνται. Γι’ αυτό είναι η εισήγηση μας όπως ο θεσμός της Διαμεσολάβησης εφαρμοστεί υποχρεωτικά. (Sine Lege).
- Είναι αδιανότητο και ασύληπτο πραγματικά να συζητούμε για αλλαγές στη δικονομία αλλά και στο δικαστικό σύστημα και η τεχνολογία να μην έχει εφαρμοστεί σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας και εφαρμογής των Δικαστηρίων. Τις τελευταίες δεκαετίες αναπτύχθηκαν τεχνολογικά συστήματα διαχείρισης υποθέσεων τα οποία άμεσα θα πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή.
- Ανάγκη αλλαγής δικονομικών κανόνων και αντικατάστασης των αναχρονιστικών Θεσμών με εκσυγχρονισμένους θέσμους. Να σημειωθεί ότι είναι σε εξέλιξη κατάρτιση τέτοιων θεσμών και αναμένεται σύντομα ο δημόσιος διάλογος.
Γιώργος Τ. Χριστοφίδης
Δικηγόρος