Ομοφοβικές Δηλώσεις συνιστούν διάκριση στην εργασία όταν γίνονται από πρόσωπο το οποίο έχει ή μπορεί να εκληφθεί ότι έχει καταλυτική επιρροή στη διαδικασία πρόσληψης υπαλλήλων από ένα εργοδότη
Το ΔΕΕ στις 23/04/2020 εξέδωσε απόφαση στην υπόθεση C-507/18 NH v Associazone Avvocature per i diritti LGBT, στην οποία κατέληξε ότι δηλώσεις που έγιναν από πρόσωπο κατά τη διάρκεια οπτικοακουστικής εκπομπής κατά τη διάρκεια της οποίας είχε δηλώσει ότι δεν θα εργοδοτούσε ποτέ πρόσωπα συγκεκριμένης σεξουαλικής προτίμησης ή θα επιθυμούσε να χρησιμοποιήσει υπηρεσίες από τέτοια πρόσωπα εμπίπτουν εντός του σκοπού της οδηγίας 2000/78 για την ίση µεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία και πιο συγκεκριμένα εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3(1)(α) αναφορικά με τους όρους πρόσβασης στην απασχόληση και την εργασία, παρά το γεγονός ότι δεν είχε ξεκινήσει οποιαδήποτε διαδικασία πρόσληψης, ούτε υπήρχε πρόθεση για προκήρυξη θέσης κατά το χρόνο που έγιναν οι δηλώσεις.
Με βάση τα πραγματικά περιστατικά της παρούσας υπόθεση, ένας δικηγόρος κατά τη διάρκεια ραδιοφωνικής εκπομπής είχε δηλώσει ότι δεν θα επιθυμούσε να εργοδοτήσει ομοφυλόφιλους στο χώρο εργασίας του ούτε θα επιθυμούσε να χρησιμοποιεί υπηρεσίες από τέτοια πρόσωπα. Κατά της πιο πάνω δήλωσης αντέδρασε ένας σύνδεσμος δικηγόρων που υπερασπίζεται τα δικαιώματα των LGBTI ατόμων εκκινώντας δικαστική διαδικασία εναντίον του δικηγόρου αξιώνοντας αποζημιώσεις.
Το Ανώτατο Δικαστήριο της Ιταλίας απέστειλε προδικαστικό ερώτημα ζητώντας μεταξύ άλλων από το ΔΕΕ να ερμηνεύσει την έννοια όροι «πρόσβασης στην απασχόληση και εργασία» υπό το φως της Οδηγίας κατά των διακρίσεων.
Το Δικαστήριο ανέφερε ότι σχόλια που υπαινίσσονται την ύπαρξη ομοφοβικής πολιτικής εμπίπτουν εντός της έννοιας των όρων πρόσβασης στην απασχόληση και εργασία, ακόμα και αν αυτά προέρχονται από πρόσωπο το οποίο νομικά δεν είναι αρμόδια για τη διαδικασία πρόσληψης, νοουμένου ότι υπάρχει κάποιος δεσμός μεταξύ αυτών των δηλώσεων και της πολιτικής πρόσληψης που ακολουθεί ένας οργανισμός. Το κατά πόσο υφίσταται τέτοιος δεσμός είναι ζήτημα που επαφίεται κάθε φορά στα εθνικά δικαστήρια. Σχετικά εργαλεία κρίσης της ύπαρξης δεσμού είναι το στάτους του προσώπου που προέβη σε αυτές τις δηλώσεις, την ιδιότητα κάτω από την οποία προέβη σε αυτές, πράγμα που θα βοηθήσει το δικαστήριο να διαπιστώσει κατά πόσο το πρόσωπο αυτό μπορεί να έχει καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία πρόσληψης. Τέλος, τα δικαστήρια θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τη φύση και το περιεχόμενο των δηλώσεων και τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες έγιναν και πιο συγκεκριμένα εάν αυτές έγιναν δημοσίως ή ιδιωτικά.
Πατήστε τον πιο κάτω σύνδεσμο για ολόκληρο το κείμενο της απόφασης http://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=225526&pageIndex=0&doclang=EL&mode=req&dir=&occ=first&part=1&cid=7093321
Κωνσταντίνος Παντελή
Δικηγόρος – Νομικός Σύμβουλος
Ορφανίδης, Χριστοφίδης &
Συνεργάτες ΔΕΠΕ